Ορίζοντες του Βλέματος

18.05.2021 – 19.06.2021

Πεδία εγκλεισμού

Η Ελέσα Αντύπα ζωγραφίζει εκ του φυσικού, επιχειρώντας να αποτυπώσει στον καμβά της αυτό που βλέπει. Την ίδια στιγμή, παράδοξα, τις διαστάσεις του καμβά της μοιάζει να τις καθορίζουν οι ορίζοντες του βλέμματός της.


Δουλεύοντας πάντα με μοντέλο, η Αντύπα επιλέγει συνήθως οικεία της πρόσωπα ή τον εαυτό της. Στήνει και φωτίζει γυμνούς ή ντυμένους ανθρώπους, που της ποζάρουν συχνά σε άβολες στάσεις και της απευθύνονται – μέσα από τα δικά της μάτια κοιτούν κατάματα τον θεατή. Με αξιοσημείωτη δεξιοτεχνία ζωγραφίζει ακολουθώντας τα μονοπάτια ενός ρεαλισμού που δεν ενδιαφέρεται για το φόντο αλλά για ό,τι πρωταγωνιστεί σε αυτό, που αγαπά την έντονη φωτοσκίαση όσο και το ημίφως, με πρόσωπα και σώματα που αναδύονται κι αναδεικνύονται από το σκοτάδι, προς ένα φως που λειτουργεί σαν εργαλείο πνευματικότητας.


Μοντέλο της Αντύπα μπορεί όμως να είναι εξίσου ένα κομμάτι ύφασμα, ένα ρούχο που στο έργο της αποκτά παράλληλη ζωή με τη ζωή του σώματος το οποίο ντύνει. Τα πολύβουα λουλούδια ενός φορέματος επαναλαμβάνονται σαν μοτίβα μέσα στη σύνθεση δημιουργώντας έναν διάκοσμο που, ενώ υπηρετεί το κυρίως θέμα, ταυτόχρονα αυτονομείται από το καθήκον της περιγραφής, διεκδικώντας έναν άλλο –ίσως και τον ισχυρότερο– ρόλο στη θεματική του έργου. Όπως η αγάπη για τη λεπτομέρεια παρασύρει το μάτι πέρα από το φαινομενικό κέντρο βάρους του έργου, η ίδια η ζωγραφική της χειρονομία ωθεί πρόσκαιρα την Αντύπα στον αυτοσχεδιασμό, εκεί όπου συναντά την παιγνιώδη χαρά της ζωγραφικής.


Επανερχόμενη στην εποπτεία του βλέμματος, η ζωγραφική της Αντύπα δεν συμπεριλαμβάνει αλλά απομονώνει εκείνο που η ματιά της ξεχωρίζει κάθε φορά σαν ουσιώδες. Τα έργα της, ακραία στενόμακρα ή πιο συμβατικού φορμά, έχουν συχνά μια σχεδόν φωτογραφική σύνθεση, γιατί δεν περικλείουν αλλά αποκλείουν τη ζωή που συνεχίζεται εκτός του τελάρου. Η ζωγραφική εδώ δεν είναι παράθυρο αλλά μια χαραμάδα, που καθιστά το λίγο της εικόνας πολύτιμο και που ευθύνεται για τις σαρωτικές προοπτικές, για τα σώματα που γλιστρούν προς το μέρος μας, τα σώματα που μετά βίας χωρούν στο κάδρο. Ο εγκλεισμός των μορφών της Αντύπα στο πλαίσιο της ζωγραφικής της επιφάνειας, δεν γεννιέται από μια ιδέα αλλά προκύπτει ως αποτέλεσμα του τρόπου της να βλέπει, του τρόπου της να ελέγχει βλέποντας. Το βλέμμα της αποκόβει αυτό που αντικρίζει για να το χωρέσει στο υλικό αντίστοιχο της οπτικής της, που είναι ο καμβάς της. Ο περιορισμός σε ένα πλαίσιο ασφυκτικά στενό δημιουργεί ζωγραφικά πεδία περίφρακτα, που δεν επιτρέπουν την πρόσβαση παρά μόνο τη θέαση: ο εγκλεισμός στο κάδρο είναι ψυχικός – αυτός της ζωγράφου και εκείνος που προτείνεται από το έργο της σαν ένας χώρος περίκλειστα πνευματικός.


Έτσι ο κόσμος της Αντύπα αμφισβητεί το ολόκληρο της εικόνας εντός μιας διαρκούς αντιπαράθεσης ανάμεσα σε κορμιά ολοζώντανα, ερωτικά, και σε σώματα άψυχα σαν καλοσμιλεμένα αγάλματα. Ένα χέρι ανήκει ή όχι στην κοπέλα που ξαπλώνει παραδίπλα, ένα κοιμισμένο κεφάλι ακουμπά πάνω σε έναν κορμό σαν απλωμένο τοπίο, ένα σώμα μισό παραχωρεί τη ματιά του σε εκείνον που μας κοιτάζει από το ίδιο κρεβάτι. Αποσπάσματα μορφών και εικόνων συνυπάρχουν σε μια σχέση που καταλήγει αμφίδρομη: το βλέμμα κομματιάζει τα σώματα και τα θραύσματά τους τεμαχίζουν την εικόνα, που κατοικεί αποσπασματική σε πεδία ζωγραφικής περιχαράκωσης.


Η Αντύπα εμφανίζεται συχνά σαν περσόνα στα έργα της φορώντας τα ίδια, λερωμένα από χρώματα, λευκά ρούχα –τη «στολή» της ζωγράφου– παραπέμποντας στη μακρά παράδοση των αυτοπροσωπογραφιών του καλλιτέχνη την ώρα της δουλειάς. Στην προσπάθειά της να είναι πιστή σε αυτό που βλέπει, κάποτε βρίσκεται με ένα σώμα ακέφαλο μπροστά της, ένα σώμα σαν άδειο ρούχο. Μέσα του ήδη επωάζεται κάτι που ξεκινά από την όψη των πραγμάτων αλλά την προσπερνά: το αίνιγμα.


Αυτό το σώμα-πράγμα που κοίτεται, σαν σε Πιετά, στην αγκαλιά της Αντύπα ενσαρκώνει το ίδιο το μέσο της ζωγραφικής. Στο βλέμμα που μας καθηλώνει κρύβεται η αναμέτρηση με τον Εαυτό, εντέλει η κάθε φορά χαμένη αναμέτρηση του καλλιτέχνη με τη δημιουργία.

Ελισάβετ Πλέσσα

Το πρώιμα ύστατο

Η Ελέσα Αντύπα ζωγραφίζοντας δεν ψάχνει το κέντρο του κόσμου, ψάχνει το δικό της κέντρο. Και έτσι ελπίζει να γίνει μέρος του κόσμου. Αυτό ακριβώς καθιστά την προσπάθεια της γνήσια και ουσιαστική. Με ορατές τις καταβολές από την πρόσφατη μαθητεία της και με εξασφαλισμένη μια στέρεη αισθητική βάση, τολμά να μετεωριστεί εξασκούμενη σε μία ζωγραφική που θα έκανε κανείς ταλαιπωρούμενος από έναν καλλιτεχνικό ψυχισμό και μια ξεκάθαρα καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία. Άλλωστε και το έργο κατά τη δημιουργία του μας επιστρέφει κάτι ως υπόδειγμα μιας αίσθησης που πολλές φορές μας επιφορτίζει μ’ ένα φανερό κόστος. Είναι ακριβώς όπως αλλοιώνεται η μορφή του κουντεπιέ μιας μπαλαρίνας. Για να αποδοθεί η ποιητική πράξη προκαλείται ως μια δυσμενής συνθήκη το «αντάλλαγμα» ενός κόστους. Θέλει μεγάλη τόλμη μια τέτοια προσέγγιση της τέχνης.

Παρατηρεί κανείς στα έργα της Ελέσας φιγούρες φτιαγμένες μ’ έναν ψυχρά ιδιότυπο ιδεαλισμό που δεν παραπέμπει απλώς σε μια συμβατική μορφοπλαστική τέχνη. Διακρίνεις την επιθυμία της να αναμετρηθεί και να δημιουργήσει έναν κόσμο που απαραιτήτως και διακαώς πρώτα να την εκφράζει και έπειτα να την αντιπροσωπεύει. Επιθυμεί τα έργα της δηλαδή πρώτα να ανήκουν στη ζωή, στη ζωή της, και ύστερα στην τέχνη. Θα χαρακτήριζα αυτή την ζωγραφική ως έναν νεανικό ποιητικό αποκρυφισμό της παρατήρησης, της εμπέδωσης ότι τον κόσμο δεν πρέπει αγαθώς και αορίστως να τον αγαπάμε, αλλά πρέπει και να τον ανακαλύπτουμε.


Αλέκος Κυραρίνης

Ζωγράφος

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Την Τρίτη 18 Μαΐου 2021 εγκαινιάζεται

η έκθεση ζωγραφικής

«Ορίζοντες του Βλέμματος»

της

Ελέσας Αντύπα

Eπιμέλεια έκθεσης: Ελισάβετ Πλέσσα

Στην Αίθουσα Τέχνης Αθηνών θα ανοίξει για το κοινό η πρώτη ατομική έκθεση ζωγραφικής της Ελέσας Αντύπα με τίτλο «Ορίζοντες του Βλέμματος» την Τρίτη 18 Μαΐου μεταξύ 18.00 – 22.00. Συγκεκριμένα, στην έκθεση θα παρουσιαστεί μια ενότητα περίπου 25 έργων ανθρωποκεντρικού χαρακτήρα από λάδι σε καμβά.

Όπως σημειώνει στον κατάλογο η επιμελήτρια της έκθεσης, Ελισάβετ Πλέσσα:

«Η Ελέσα Αντύπα ζωγραφίζει εκ του φυσικού, επιχειρώντας να αποτυπώσει στον καμβά της αυτό που βλέπει. Την ίδια στιγμή, παράδοξα, τις διαστάσεις του καμβά της μοιάζει να τις καθορίζουν οι ορίζοντες του βλέμματός της.

Μοντέλο της Αντύπα μπορεί να είναι εξίσου ένα κομμάτι ύφασμα, ένα ρούχο που στο έργο της αποκτά παράλληλη ζωή με τη ζωή του σώματος το οποίο ντύνει. Τα πολύβουα λουλούδια ενός φορέματος επαναλαμβάνονται σαν μοτίβα μέσα στη σύνθεση δημιουργώντας έναν διάκοσμο που, ενώ υπηρετεί το κυρίως θέμα, ταυτόχρονα αυτονομείται από το καθήκον της περιγραφής, διεκδικώντας έναν άλλο –ίσως και τον ισχυρότερο– ρόλο στη θεματική του έργου. Όπως η αγάπη για τη λεπτομέρεια παρασύρει το μάτι πέρα από το φαινομενικό κέντρο βάρους του έργου, η ίδια η ζωγραφική της χειρονομία ωθεί πρόσκαιρα την Αντύπα στον αυτοσχεδιασμό, εκεί όπου συναντά την παιγνιώδη χαρά της ζωγραφικής.

Επανερχόμενη στην εποπτεία του βλέμματος, η ζωγραφική της Αντύπα δεν συμπεριλαμβάνει αλλά απομονώνει εκείνο που η ματιά της ξεχωρίζει κάθε φορά σαν ουσιώδες. Τα έργα της, ακραία στενόμακρα ή πιο συμβατικού φορμά, έχουν συχνά μια σχεδόν φωτογραφική σύνθεση, γιατί δεν περικλείουν αλλά αποκλείουν τη ζωή που συνεχίζεται εκτός του τελάρου. Η ζωγραφική εδώ δεν είναι παράθυρο αλλά μια χαραμάδα, που καθιστά το λίγο της εικόνας πολύτιμο και που ευθύνεται για τις σαρωτικές προοπτικές, για τα σώματα που γλιστρούν προς το μέρος μας, τα σώματα που μετά βίας χωρούν στο κάδρο. Ο εγκλεισμός των μορφών της Αντύπα στο πλαίσιο της ζωγραφικής της επιφάνειας, δεν γεννιέται από μια ιδέα αλλά προκύπτει ως αποτέλεσμα του τρόπου της να βλέπει, του τρόπου της να ελέγχει βλέποντας. Το βλέμμα της αποκόβει αυτό που αντικρίζει για να το χωρέσει στο υλικό αντίστοιχο της οπτικής της, που είναι ο καμβάς της. Ο περιορισμός σε ένα πλαίσιο ασφυκτικά στενό δημιουργεί ζωγραφικά πεδία περίφρακτα, που δεν επιτρέπουν την πρόσβαση παρά μόνο τη θέαση: ο εγκλεισμός στο κάδρο είναι ψυχικός – αυτός της ζωγράφου και εκείνος που προτείνεται από το έργο της σαν ένας χώρος περίκλειστα πνευματικός».

Σύμφωνα με τον εικαστικό Αλέκο Κυραρίνη, που επίσης προλογίζει την έκθεση: «Η Ελέσα Αντύπα ζωγραφίζοντας δεν ψάχνει το κέντρο του κόσμου, ψάχνει το δικό της κέντρο. Και έτσι ελπίζει να γίνει μέρος του κόσμου. Αυτό ακριβώς καθιστά την προσπάθειά της γνήσια και ουσιαστική. Με ορατές τις καταβολές από την πρόσφατη μαθητεία της και με εξασφαλισμένη μια στέρεη αισθητική βάση, τολμά να μετεωριστεί εξασκούμενη σε μία ζωγραφική που θα έκανε κανείς ταλαιπωρούμενος από έναν καλλιτεχνικό ψυχισμό και μια ξεκάθαρα καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία».

Η έκθεση συνοδεύεται από πλήρως εικονογραφημένο δίγλωσσο κατάλογο (ελλ-αγγλ) με κείμενα της ιστορικού της τέχνης Ελισάβετ Πλέσσα και του ζωγράφου Αλέκου Κυραρίνη, από όπου και προέρχονται τα παραπάνω αποσπάσματα.

Διάρκεια έκθεσης: 18 Μαΐου έως 19 Ιουνίου 2021