Είναι πάντα δύσκολο για έναν ζωγράφο να μιλήσει για την ζωγραφική του, με τον ίδιο τρόπο που είναι σχεδόν αδύνατο να αποκρυπτογραφήσει ένας άνθρωπος το πρόσωπό του στον καθρέφτη, ή να υποθέσει τι βλέπουν οι άλλοι.
Μπορώ μάλλον ν’ αναφερθώ στην διαδικασία που οδηγεί στη δημιουργία φόρμας. Στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με παραστατική ζωγραφική, επομένως το κίνητρό της βρίσκεται πέρα από αυτήν, στον “εξωτερικό” ορατό κόσμο. Δεν πρόκειται όμως βέβαια για απλή περιγραφή, αλλά για τον εσωτερικό τρόπο, με τον οποίο βιώνεται αυτός ο κόσμος, εναποτίθεται, και θέτει σε κίνηση μια ψυχή σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.
Αυτό που με έλκει, αυτό που με οδηγεί να ζωγραφίζω, είναι σε κάθε περίπτωση ο άνθρωπος, η μοίρα του, η άνοδος και καταβύθισή του μέσα στη συσσωρευμένη ύλη. Εξ αιτίας αυτού και για να προσεγγίσω αυτό με όσο το δυνατόν πιο ικανοποιητικό τρόπο, μπαίνω στη διαδικασία να μορφοποιήσω το υλικό μου, δηλαδή τη μπογιά, διαδικασία κατά την οποία συγχωνεύονται μ’ έναν τρόπο, υλικά και εικόνες που ανασύρονται από την ψυχή και σταθεροποιούνται με τη δημιουργία της μορφής.
Στο βαθμό αυτό που αυτό έχει επιτευχθεί, μορφή και ψυχή, τείνουν να γίνουν μια απολύτως αξεχώριστη ενότητα, σε μια διαρκή αλληλουχία και αλληλοτροφοδότηση, γι’ αυτό και ελπίζω ότι τα έργα αυτά, αποτελούν συγχρόνως μια υπερβατική θέαση του κόσμου.
Αυτός είναι ο λόγος, που το υλικό που πάντα χρησιμοποιώ, είναι το λάδι. Υλικό που έχει τη δυνατότητα βαθειάς επεξεργασίας, πάνω στο οποίο μπορεί να αποτυπωθεί με πάρα πολλούς τρόπους η εσωτερική διεργασία, όχι μόνο με τη δημιουργία εικόνας, αλλά με χειρονομίες πάνω στο σώμα του, στην υφή του στην επιφάνεια, δηλαδή όλη η δράση την ώρα της μορφοποίησης.
Διότι πρόκειται πάντα για την αιώνια κι απροσδιόριστη διαπάλη πνεύματος και ύλης, σ’ ένα συμβολικό επίπεδο.
Μπορώ ακόμα να προσθέσω καθώς παρατηρώ τη δουλειά μου, ότι εμφανίζονται κάποια μοτίβα, π.χ. σκουπίδια, σκυλιά, οπωσδήποτε στοιχεία της πόλης, εικόνες από τη δημιουργημένη στο παρελθόν ζωγραφική’ απ’ ό,τι βλέπω, για κάποιον λόγο, από παλιά εμφανίζονται σκηνές από την “Δευτέρα Παρουσία” του Μικελάντζελο, καθώς για μένα στην τέχνη, είναι παρών όλος ο χρόνος, και ό,τι έχει δημιουργηθεί είναι ενεργό και μόνιμα υπαρκτό σε όλον τον πολιτισμό. Επίσης παρατηρώ ότι προδευτικά μέσα στους πίνακες, οι άνθρωποι γίνονται πλήθος σα να αποτελούν περισσότερο όψεις του ίδιου όντος.
Έτσι όπως τα βλέπω τα πράγματα, πιστεύω ότι παρά την πολυπλοκότητα του πολιτισμού, και τα δισεκατομμύρια κατοίκων αυτής της γης, η τέχνη επιτελεί και σήμερα την ίδια λειτουργία, που επιτελούσαν τα σπηλαιογραφήματα ή τα ιερά λατρευτικά ειδώλια της προϊστορικής εποχής.
Αμαλία Ζογλοπίτου
Θεσσαλονίκη – Φεβρουάριος 2016