«Ξεκινώ με μια γενική ιδέα: μια πηγή φωτός, ένα χρώμα, μια ατμόσφαιρα, μια ιδέα σχήματος. Μετά το αφήνω ανοιχτό∙ θέλω να δω τι θα συμβεί όσο δουλεύω. Θέλω να δώσω μια ευκαιρία στο τυχαίο.» – Κική Κολυμπάρη
Τα μοτίβα που εικονίζονται στη δουλειά της Κικής Κολυμπάρη έχουν γνώριμα στοιχεία, ωστόσο συνήθως δεν είναι δυνατό να αναγνωρίσει κανείς πλήρως ποιά ακριβώς αντικείμενα και ποιές καταστάσεις είχε κατά νου όταν ξεκινούσε το έργο. Κάποια από αυτά συμπεριφέρονται σαν τη λέξη που τριγυρίζει στον νου σου αλλά δεν σου έρχεται τελικά. Αυτό που απεικονίζεται μπορεί να είναι τσάντα, μπαούλο, καρότσι ή και φιγούρα που κοιτάζεται στον καθρέφτη. Σε πολλούς πίνακες υπάρχει η ανθρώπινη παρουσία — το χρώμα του δέρματος, καμπύλες σαν αυτές του σώματος, νύξεις ενός προσώπου σε έναν εσωτερικό χώρο, ένα κτήριο, ένα τοπίο.
Τα έργα πατούν με το ένα πόδι στον κόσμο όπως τον γνωρίζουμε και με το άλλο στην αφαίρεση και τη φαντασία. Η καλλιτέχνιδα αποσπά κάποια χαρακτηριστικά από ό,τι της έχει τραβήξει την προσοχή. Κατόπιν επεμβαίνει στα χρώματα, επιτρέπει σε κάποια γραμμή, σε κάποια λεπτομέρεια, να μεγεθυνθεί και αποκτήσει δική της ζωή. Αφήνει να συμβούν ατυχήματα, αφήνει το χρώμα να κυλίσει, να στάξει. Απομακρυνόμενη από αυτό που αρχικά παρατήρησε, εστιάζει στη δυναμική που αναπτύσσουν οι φόρμες, δημιουργώντας έτσι μια μετα-εικόνα, μια μετεξέλιξη του αρχικού μοτίβου.
Τι συμβαίνει όταν, παρατηρώντας ένα έργο, δεν μπορούμε να ταυτοποιήσουμε τα όσα απεικονίζει; Μην αναγνωρίζοντας το θέμα ή τη σκηνή, μπορούμε να εστιάσουμε σε άλλα χαρακτηριστικά: στην υφή, στις λεπτομέρειες, στην πορεία μιας καμπύλης, στο πώς δύο χρώματα δένουν ή δημιουργούν αντίθεση. Τα έργα παρέχουν μια σειρά από ερεθίσματα που πυροδοτούνται από την εναλλαγή των χρωμάτων. Συνιστώσες όπως αυτές, απαντούν πρωτίστως στο ερώτημα του πώς ζωγραφίστηκε κάτι και όχι τι ζωγραφίστηκε.
Εκείνο που μπορεί κανείς να διαπιστώσει στην προσέγγιση της Κολυμπάρη είναι το πώς “αλλάζει ταχύτητες” μέσα στον ίδιο πίνακα. Στιβαρές, αποφασιστικές πινελιές αναπτύσσουν ταχύτητα για να συγκρουστούν με πεδία όπου το χρώμα απλώνεται αραιό και παραμένει ήρεμο. Τολμηρές χειρονομίες δίνουν στα έργα ένα γενικό πλαίσιο, ένα αίσθημα σταθερότητας, ενώ πράες περιοχές ενδυναμώνουν ακόμα περισσότερο τις χρωματικές διαβαθμίσεις. Τα έργα της Κικής Κολυμπάρη παρουσιάζονται τελικά σαν ένα παιχνίδι ισόρροπων δυνάμεων.
Η αναζήτηση του πώς ζωγραφίζεται κάτι, παραπέμπει στην απτική ποιότητα της ζωγραφικής, σε ένα αίσθημα αφής το οποίο απολαμβάνεται καλύτερα πολύ κοντά, σχεδόν πάνω, στην επιφάνεια του έργου, κατά την ψηλάφηση του πώς φτιάχτηκε. Από απόσταση λίγων βημάτων, το ενδιαφέρον τραβάει η συνολική ενορχήστρωση, το παιχνίδισμα μεταξύ προσκηνίου και φόντου, η ισορροπία της σύνθεσης, ένα αίσθημα αιώρησης ή βαρύτητας και, μερικές φορές, μια σκηνή που αποκαλύπτεται είτε σαν εσωτερικός χώρος είτε σαν εξωτερική θέα. Πρόκειται για αντικρουόμενες προσλήψεις του χώρου μέσα στο ίδιο έργο, με το επίπεδο της ζωγραφικής επιφάνειας να διακόπτεται περιστασιακά από μια ψευδαίσθηση βάθους.
Με τα έργα αυτά η καλλιτέχνιδα δεν επιχειρεί να νουθετήσει ούτε να καταδείξει την κατάσταση του κόσμου, την επόμενη κρίση ή τη σωστή λύση. Περισσότερο, παρουσιάζει μια σειρά εικαστικών καταστάσεων που έχουν τις ρίζες τους στην καθημερινότητα αλλά πλέον μετασχηματίστηκαν σε κάτι άλλο. Μια ζωγραφική παρουσία που είναι τόσο ψευδαίσθηση όσο και πραγματικό γεγονός.
Jurriaan Benschop
Επιμελητής και συγγραφέας
“I start with a general idea: a light source, some color, an atmosphere, and an idea of shape. Then I leave it open; I want to see what will happen while I work. I want to give chance a chance.” – Kiki Kolympari
The motifs that are depicted in Kiki Kolympari’s work have familiar features, yet it is not usually possible to fully identify what objects or situations the artist had in mind when she started the painting. Some of them behave like words on the tip of your tongue, almost but not fully recognizable. What is depicted could be a bag, a trunk, a shopping cart, or a figure seeing itself in the mirror. In multiple paintings, there is a human presence – the color of skin, body-shaped curves, or hints of a person in an interior, a building, or a landscape.
The paintings have one foot in the world as we know it and the other foot in abstraction and imagination. The artist extracted certain shapes from what she saw, and then she changed the color, allowed a line or detail to grow, to have a life of its own. She let accidents happen, let paint run or drip. She moved away from what was observed and instead directed her attention to the dynamics the shapes evoke, creating an afterimage or a further development of the initial motif.
What happens when we look at a painting and cannot immediately name the things depicted? Instead of identifying a subject matter or a scene, we can look at other aspects: at texture, at details, at how a curve bends, at how two colors bond or contrast. The paintings offer us a range of sensibilities caused by colors at play. These aspects relate primarily to the question of how it was painted, not what was painted.
What can be appreciated in Kolympari’s approach is how she shifts gears within individual works. Firm, decisive brushstrokes evoking speed press against other areas where the paint is brought on thin or remains calm. Bold gestures give the paintings a general outline, a sense of stability, while softer and gentler areas create nuances. The works present themselves as a play of balancing forces.
The question of how something is painted points to the haptic quality of painting, a feeling of touch that can best be enjoyed close to the surface, practically right on top of the work, to observe precisely how things are made. A few steps further back, the focus is on the orchestration of the whole, the play between fore- and background, the compositional balance, a feeling of floating or gravity, and, sometimes, a scene that reveals itself as an interior or view to the outside. There are competing conceptions of space within the paintings, the flatness of the painted surface broken by the occasional illusion of depth.
With these works, the artist does not attempt to educate or make any points about the state of the world, the next crisis, or the right solution. Rather, she presents a series of visual situations that have their roots in daily life, but were transformed into something different. A painted presence that is just as much illusion as it is material fact.
Jurriaan Benschop
Writer and Curator
Την Πέμπτη 5 Μαΐου 2022 εγκαινιάζεται στις 7.00 μ.μ.
η έκθεση
“AFTERIMAGES”
της
Κικής Κολυμπάρη
Στην Αίθουσα Τέχνης Αθηνών εγκαινιάζεται η δεύτερη ατομική έκθεση της Κικής Κολυμπάρη, με τίτλο: “AFTERIMAGES”. Στην έκθεση θα παρουσιασθεί μια σειρά έργων από ακρυλικά σε καμβά καθώς και μια σειρά σχεδίων από κάρβουνο σε χαρτί.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα και επιμελητή Jurriaan Benschop που υπογράφει και το κείμενο της έκθεσης:
«Όταν, παρατηρώντας ένα έργο, δεν μπορούμε να ταυτοποιήσουμε τα όσα απεικονίζει, εστιάζουμε σε άλλα χαρακτηριστικά: στην υφή, στις λεπτομέρειες, στην πορεία μιας καμπύλης, στο πώς δύο χρώματα δένουν ή δημιουργούν αντίθεση. Τα έργα παρέχουν μια σειρά από ερεθίσματα που πυροδοτούνται από την εναλλαγή των χρωμάτων. Συνιστώσες όπως αυτές, απαντούν πρωτίστως στο ερώτημα του πώς ζωγραφίστηκε κάτι και όχι τι ζωγραφίστηκε.»
«Τα μοτίβα που εικονίζονται στη δουλειά της Κικής Κολυμπάρη έχουν γνώριμα στοιχεία, ωστόσο συνήθως δεν είναι δυνατό να αναγνωρίσει κανείς πλήρως ποιά ακριβώς αντικείμενα και ποιές καταστάσεις είχε κατά νου όταν ξεκινούσε το έργο. Κάποια από αυτά συμπεριφέρονται σαν τη λέξη που τριγυρίζει στον νου σου αλλά δεν σου έρχεται τελικά.»
«Η καλλιτέχνιδα αποσπά κάποια χαρακτηριστικά από ό,τι της έχει τραβήξει την προσοχή. […] Απομακρυνόμενη από αυτό που αρχικά παρατήρησε, εστιάζει στη δυναμική που αναπτύσσουν οι φόρμες, δημιουργώντας έτσι μια μετα-εικόνα, μια μετεξέλιξη του αρχικού μοτίβου.»
«Εκείνο που μπορεί κανείς να διαπιστώσει στην προσέγγιση της Κολυμπάρη είναι το πώς “αλλάζει ταχύτητες” μέσα στον ίδιο πίνακα. Στιβαρές, αποφασιστικές πινελιές αναπτύσσουν ταχύτητα για να συγκρουστούν με πεδία όπου το χρώμα απλώνεται αραιό και παραμένει ήρεμο. Τολμηρές χειρονομίες δίνουν στα έργα ένα γενικό πλαίσιο, ένα αίσθημα σταθερότητας, ενώ πράες περιοχές ενδυναμώνουν ακόμα περισσότερο τις χρωματικές διαβαθμίσεις. Τα έργα της Κικής Κολυμπάρη παρουσιάζονται τελικά σαν ένα παιχνίδι ισόρροπων δυνάμεων.”
“Η αναζήτηση του πώς ζωγραφίζεται κάτι, παραπέμπει στην απτική ποιότητα της ζωγραφικής, σε ένα αίσθημα αφής το οποίο απολαμβάνεται καλύτερα πολύ κοντά, σχεδόν πάνω, στην επιφάνεια του έργου, κατά την ψηλάφηση του πώς φτιάχτηκε.
Από απόσταση λίγων βημάτων, το ενδιαφέρον τραβάει η συνολική ενορχήστρωση, το παιχνίδισμα μεταξύ προσκηνίου και φόντου, η ισορροπία της σύνθεσης, ένα αίσθημα αιώρησης ή βαρύτητας και, μερικές φορές, μια σκηνή που αποκαλύπτεται είτε σαν εσωτερικός χώρος είτε σαν εξωτερική θέα. Πρόκειται για αντικρουόμενες προσλήψεις του χώρου μέσα στο ίδιο έργο, με το επίπεδο της ζωγραφικής επιφάνειας να διακόπτεται περιστασιακά από μια ψευδαίσθηση βάθους.”
“Με τα έργα αυτά η καλλιτέχνιδα δεν επιχειρεί να νουθετήσει ούτε να καταδείξει την κατάσταση του κόσμου, την επόμενη κρίση ή τη σωστή λύση. Περισσότερο, παρουσιάζει μια σειρά εικαστικών καταστάσεων που έχουν τις ρίζες τους στην καθημερινότητα αλλά πλέον μετασχηματίστηκαν σε κάτι άλλο. Μια ζωγραφική παρουσία που είναι τόσο ψευδαίσθηση όσο και πραγματικό γεγονός.”
Η έκθεση συνοδεύεται από κείμενο του Ολλανδού συγγραφέα και επιμελητή Jurriaan Benschop από όπου και προέρχονται τα παραπάνω αποσπάσματα.
Διάρκεια έκθεσης : 5 Μαΐου έως 18 Ιουνίου 2022